Τα αρτίγονα αμφίβια διαχωρίζονται σε τρεις τάξεις: Anura (με 5.283 είδη), Caudata (με 553 είδη), Gymnophiona (με 173 είδη).
Στην Ελλάδα, εκπροσωπούνται οι δύο πρώτες τάξεις με 16 είδη άνουρων (βάτραχοι, φρύνοι) και 6 είδη ουροδελών (σαλαμάνδρες και τρίτωνες). Από αυτά, κατά την τελευταία εικοσαετία, έξι είδη αναγνωρίσθηκαν ως νέα και τα περισσότερα ως ενδημικά. Ο συνολικός αριθμός αμφιβίων της Ευρώπης προσεγγίζει τα 110 είδη.
Κύριο γνώρισμα των αμφιβίων είναι η εξάρτησή τους από το νερό. Όλα τα είδη χρειάζονται κάποια μορφή επιφανειακών υδάτων, τουλάχιστον για την αναπαραγωγή τους, ενώ πολλά περνάνε το μεγαλύτερο μέρος της ζωής τους κοντά ή μέσα στο νερό. Υπάρχουν βέβαια και είδη, όπως η σαλαμάνδρα, που ζουν σε υγρές θέσεις, χωρίς απαραίτητη την ύπαρξη νερού, ενώ άλλα, όπως οι φρύνοι, εκμεταλλεύονται ακόμη και ξηρές περιοχές, χάρη σε ανατομικές προσαρμογές αλλά και προσαρμογές στη συμπεριφορά τους. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζουν οι εποχικές μετακινήσεις των αμφιβίων που μπορούν να χαρακτηρισθούν και ως μετανάστευση, καθώς συχνά διανύουν αρκετά μεγάλες αποστάσεις. Η συνηθέστερη μετακίνηση γίνεται κατά τη διάρκεια της άνοιξης, όταν τα αναπαραγωγικά ώριμα άτομα κινούνται προς τις θέσεις αναπαραγωγής. Η μετακίνηση αυτή, που κυμαίνεται από 50 έως 4.000 μέτρα, δεν είναι εύκολα ορατή, καθώς πραγματοποιείται συνήθως τη νύχτα και κατά προτίμηση υπό βροχή. Τα περισσότερα είδη, περνάνε το μεγαλύτερο μέρος του καλοκαιριού σε κατάλληλα ενδιαιτήματα και πραγματοποιούν νέα μετακίνηση, λιγότερο μαζική αυτή τη φορά, κατά τη διάρκεια του φθινοπώρου, προς τις θέσεις διαχείμασης. Ένα γνώρισμα των αμφιβίων με ιδιαίτερο ενδιαφέρον είναι η αναπαραγωγή τους. Τα περισσότερα είδη γεννάνε αβγά ή ανεπτυγμένους γυρίνους (σαλαμάνδρες) μέσα στο νερό. Μετά την εκκόλαψη και κατά την πρώτη φάση της ζωής τους, οι γυρίνοι ζουν στο νερό, αναπνέουν με βράγχια και έχουν ουρά. Ο χρόνος μεταμόρφωσής τους σε μικρογραφίες ενήλικων ατόμων είναι, για τα περισσότερα είδη, σχετικά μικρός: η αναπνοή πραγματοποιείται πια με πνεύμονες, ενώ στα άνουρα χάνεται και η ουρά. Τα περισσότερα είδη βατράχων και φρύνων διαθέτουν κάποια μορφή αναπαραγωγικού καλέσματος, χαρακτηριστικού για κάθε είδος, ενώ έχουν ιδιαίτερα καλό προσανατολισμό, κάτι που συνδέεται πιθανότατα με τις μεταναστεύσεις τους. Τα ενήλικα άτομα όλων των ειδών είναι άρπαγες, και μόνο οι γυρίνοι των βατράχων και των φρύνων είναι κατεξοχήν φυτοφάγοι. Γενικά τα αμφίβια θεωρούνται σημαντικός κρίκος της τροφικής αλυσίδας πολλών οικοσυστημάτων.
Κατά τις τελευταίες δεκαετίες παρατηρείται μια ραγδαία επιδείνωση της κατάστασης των πληθυσμών των αμφιβίων σε παγκόσμιο επίπεδο, με αποτέλεσμα περίπου το 1/3 των ειδών να θεωρούνται σε κάποιο βαθμό απειλούμενα. Αυτό έχει αποδοθεί σε διάφορες αιτίες, όπως η καταστροφή των ενδιαιτημάτων τους, η ρύπανση των υγροτόπων, τα αυξημένα επίπεδα υπέρυθρης ακτινοβολίας λόγω της μείωσης της στιβάδας του όζοντος, η μαζική θνησιμότητα από αρρώστιες που εκδηλώνονται κυρίως σε συνθήκες περιβαλλοντικής πίεσης, καθώς και οι εισαγωγές ξενικών ειδών.