Λαγγόνα

Επιστημονικό όνομα: Phalacrocorax pygmaeus

Περιγραφή

Η λαγγόνα είναι υδρόβιο πουλί που συγγενεύει με τον κορμοράνο, αλλά είναι πολύ πιο μικρόσωμο από αυτόν. Πρόκειται για το μικρότερο σε μέγεθος είδος της οικογένειας των Φαλακροκορακίδων, η οποία αριθμεί συνολικά 36 είδη. Το μήκος του σώματός της φθάνει τα 45 - 55 εκατοστά και το άνοιγμα φτερών τα 80 - 90 εκατοστά. Το σώμα της έχει χρώμα μαύρο, ενώ το κεφάλι της είναι καφετί. Έχει μακριά ουρά, μικρό κεφάλι και μικρό ράμφος.

Προτιμά τα ήπια κλίματα και τα χαμηλά υψόμετρα. Ζει σε υγροτόπους με στάσιμα ή χαμηλής ροής ρηχά και γλυκά νερά, ενώ, σπανιότερα, τον χειμώνα, συναντάται και σε παράκτιους υγροτόπους. Φωλιάζει κατά αποικίες, σε καλαμώνες ή σε πυκνά δένδρα, μόνη της ή με ερωδιούς, κορμοράνους, χουλιαρομύτες και άλλα είδη. Τρέφεται με μικρά ψάρια και σπανιότερα με μικρά υδρόβια θηλαστικά και καρκινοειδή, τα οποία πιάνει βουτώντας στο νερό. Γεννάει την άνοιξη 3 - 6 αβγά που επωάζουν εναλλάξ και οι δύο γονείς για 27 - 30 ημέρες. Οι νεοσσοί ανεξαρτητοποιούνται σε ηλικία περίπου 70 ημερών.

Ο αναπαραγόμενος πληθυσμός του είδους στην Ευρώπη, εκτιμάται από 28.000 έως 39.000 ζευγάρια, ενώ η μεγαλύτερη αποικία του βρίσκεται στο δέλτα του Δούναβη και αριθμεί περίπου 11.500 - 14.000 ζευγάρια. Στα Βαλκάνια, οι αναπαραγόμενοι πληθυσμοί είναι μεταναστευτικοί και διαχειμάζουν στις βορειοανατολικές ακτές της Μεσογείου, κυρίως στο Βόρειο Αιγαίο, στις νοτιοανατολικές ακτές της Αδριατικής και στις εσωτερικές λίμνες της περιοχής. Δακτυλιωμένα άτομα από τον Δούναβη εντοπίσθηκαν στο δέλτα του Νέστου και στην ΠΓΔΜ.

Οι αναπαραγόμενοι στη Μαύρη Θάλασσα πληθυσμοί ενδεχομένως διαχειμάζουν στην Τουρκία, ενώ ο πληθυσμός της Κασπίας μετακινείται τον χειμώνα νοτιότερα. Περιστασιακά, ιδιαίτερα κατά τη διάρκεια του χειμώνα, έχουν παρατηρηθεί λαγγόνες σε χώρες της Κεντρικής Ευρώπης, (Ουγγαρία, Αυστρία και Τσεχία), της Βόρειας Ευρώπης (Βέλγιο, Γαλλία, Γερμανία και Πολωνία), αλλά και της Μέσης Ανατολής, όπως το Ισραήλ όπου αναπαραγόταν έως το 1940.

Η Ελλάδα αποτελεί περιοχή μεγάλης σπουδαιότητας για το είδος. Οι κυριότερες περιοχές διαχείμασης της λαγγόνας στην Ελλάδα είναι οι μεγάλοι υγρότοποι της Θράκης και της Μακεδονίας. Τον χειμώνα του 1997 μετρήθηκαν σχεδόν 39.000 άτομα σε 10 υγροτόπους στη Μακεδονία και στη Θράκη, γεγονός που αποδεικνύει τη σπουδαιότητα των υγροτόπων αυτών για τη διαχείμαση του είδους σε πανευρωπαϊκό επίπεδο. Ο αναπαραγόμενος πληθυσμός της λαγγόνας στη χώρα μας, φαίνεται να ξεπερνά τα 1.600 - 1.800 ζευγάρια, με σπουδαιότερες τις αποικίες που βρίσκονται στις λίμνες Μικρή Πρέσπα και Κερκίνη. Μικρότερες αναπαραγωγικές αποικίες βρίσκονται στη λίμνη Πετρών, στη λίμνη Καστοριάς, στο δέλτα Αξιού και στον Αμβρακικό κόλπο.

Ως κυριότερες αιτίες μείωσης των πληθυσμών της λαγγόνας τα τελευταία έτη, εκτιμούνται οι ακόλουθες:

  • Καταστροφή ή υποβάθμιση των παρόχθιων δασών. Το πρόβλημα προκαλείται από δραστηριότητες, όπως οι αμμοληψίες στις κοίτες των ποταμών, η παράνομη υλοτομία και η βόσκηση αγροτικών ζώων, στις περιπτώσεις που παρεμποδίζουν τη φυσική αναγέννηση του δάσους. Οι επιπτώσεις της καταστροφής ή υποβάθμισης των παρόχθιων δασών αφορούν κυρίως στους διαχειμάζοντες πληθυσμούς, εξαιτίας του περιορισμού της δυνατότητας εξεύρεσης κατάλληλων θέσεων για διανυκτέρευση.
  • Όχληση. Προκαλείται κυρίως από δραστηριότητες, όπως το παράνομο κυνήγι και η συχνή παρουσία ανθρώπων κοντά στις περιοχές διατροφής και αναπαραγωγής.
  • Περιορισμός των περιοχών διατροφής. Ο περιορισμός των περιοχών διατροφής οφείλεται κυρίως σε ενέργειες, όπως τα στραγγιστικά έργα και οι επιχωματώσεις στους υγροτόπους.
  • Διατάραξη υδρολογικού καθεστώτος. Προκαλείται από δραστηριότητες όπως η διακοπή της παροχής νερού στην κοίτη ορισμένων ποταμών, με συνέπεια τον περιορισμό των περιοχών διατροφής του είδους.
  • Ανταγωνισμός θέσεων φωλεοποίησης με τον κορμοράνο (Phalacrocorax carbo). Οι πληθυσμοί των κορμοράνων έχουν αυξηθεί κατά πολύ τα τελευταία 10 - 15 έτη στην Ευρώπη και επηρεάζουν αρνητικά τον αναπαραγόμενο πληθυσμό της λαγγόνας.
  • Ρύπανση των νερών. Οι επιπτώσεις της ρύπανσης για τη λαγγόνα δεν είναι γνωστές, ενδεχομένως, όμως η ρύπανση να επηρεάζει έμμεσα το είδος, μέσω της τροφικής αλυσίδας.
  • Σύλληψη σε δίχτυα. Το πρόβλημα αυτό, αν και περιορισμένης έκτασης, επιφέρει τον πνιγμό των ατόμων που παγιδεύονται σε δίχτυα.

Εξάπλωση

Η εξάπλωση της λαγγόνας περιορίζεται στη Δυτική Παλαιαρκτική. Παλαιότερα, το είδος εξαπλωνόταν από την Αλγερία έως τη λίμνη Αράλη. Σήμερα η παγκόσμια εξάπλωσή του περιορίζεται στις ανατολικές ακτές της Αδριατικής, στο Βόρειο Αιγαίο, στη Μαύρη Θάλασσα και φθάνει έως την Κασπία, αλλά και το Ιράκ. Οι χώρες όπου πλέον αναπαράγεται είναι οι: Αλβανία, Ελλάδα, Βουλγαρία, Τουρκία, Ρουμανία, Μολδαβία, Ουκρανία, Ρωσία, Αζερμπαϊτζάν και Ιράκ, ενώ λίγα ζευγάρια αναπαράγονται στην Ουγγαρία και στη Σλοβακία.

Καθεστώς προστασίας

Η λαγγόνα είναι απειλούμενο είδος, το οποίο προστατεύεται σύμφωνα με την εθνική, ευρωπαϊκή και διεθνή νομοθεσία. Συγκεκριμένα, περιλαμβάνεται στο Κόκκινο Βιβλίο των Απειλούμενων Σπονδυλόζωων της Ελλάδας και προστατεύεται σύμφωνα την Οδηγία 79/409/ΕΟΚ, τη Σύμβαση της Βόννης για τη διατήρηση των μεταναστευτικών ειδών των άγριων ζώων (1979) και τη Σύμβαση της Βέρνης για τη διατήρηση της άγριας ζωής και του φυσικού περιβάλλοντος της Ευρώπης (1979). Παρά το γεγονός ότι οι κυριότερες απειλές που αντιμετωπίζει εξακολουθούν να ισχύουν, τα μέτρα διαχείρισης και ενημέρωσης που εφαρμόσθηκαν για το είδος στην Ελλάδα, κατά τη διάρκεια τριετούς προγράμματος τριών περιβαλλοντικών οργανώσεων, είχαν ως αποτέλεσμα, ο ελληνικός πληθυσμός της λαγγόνας να παρουσιάζει αυξητικές τάσεις.

Home   Close