Επιστημονικό όνομα: Pinus sylvestris
Περιγραφή
Η δασική πεύκη (λιάχα), με ύψος που φθάνει από 20 έως 40 μέτρα, έχει κόμη κωνική σε νεαρή ηλικία και ομπρελοειδή στην ωριμότητα. Το κυριότερο γνώρισμά της είναι το κοκκινωπό χρώμα του φλοιού στην ώριμη ηλικία. Πρόκειται για πρόσκοπο είδος με ελαφρούς σπόρους που εξαπλώνονται σε μεγάλες αποστάσεις. Παρουσιάζει μεγάλη προσαρμοστικότητα στο κλίμα. Στις βορειότερες περιοχές εξάπλωσης, η μέση θερμοκρασία το καλοκαίρι δεν ξεπερνά τους 10oC, ενώ στις νότιες (Ελλάδα) υπερβαίνει τους 20oC. Στα δάση της Σιβηρίας (Τάιγκα) όπου η δασική πεύκη είναι από τα κυριότερα είδη, η ελάχιστη θερμοκρασία μπορεί να φθάσει τους -40oC. Είναι, επίσης, είδος με μέτριες απαιτήσεις ως προς το έδαφος, αν και παρουσιάζει την καλύτερη αύξηση σε βαθιά, χαλαρά και δροσερά εδάφη. Η δασική πεύκη θεωρείται ευαίσθητη σε δασικές πυρκαγιές.
Ιδιαίτερο γνώρισμα της δασικής πεύκης, τόσο στην οροσειρά της Ροδόπης, όσο και στα Πιέρια όρη, είναι η γενετική πολυμορφία του είδους. Συναντώνται άτομα με στενή, πυραμιδοειδή κόμη και λεπτά κλαδιά, μια μορφή που απαντάται κυρίως στην υπαλπική ζώνη της Μεσευρώπης και είναι προσαρμοσμένη σε μεγάλα ύψη χιονιού. Επίσης, συναντώνται ευρύκομα άτομα με χονδρά κλαδιά, η μορφή των οποίων προσομοιάζει με εκείνη της δασικής πεύκης των πεδιάδων της Πολωνίας. Ενδιάμεσα υπάρχουν όλες οι μορφές, από τις στενόκομες, λεπτόκλαδες έως τις ευρύκομες χονδρόκλαδες. Έτσι τα δάση αυτά αποτελούν μια πολύτιμη τράπεζα γονιδίων της δασικής πεύκης.
Η δασική πεύκη στη Ροδόπη, και ιδιαίτερα στο Δάσος της Ελατιάς, άρχισε να εξαπλώνεται μετά το τέλος του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου, καθώς έως το 1918 η περιοχή της Ελατιάς ήταν ένας εκτεταμένος βοσκότοπος, τον οποίο χρησιμοποιούσαν νομάδες, κτηνοτρόφοι, κυρίως Σαρακατσάνοι, ως θερινό βοσκότοπο. Οι κτηνοτρόφοι, προτού φύγουν το φθινόπωρο για τα χειμαδιά τους, έβαζαν φωτιά για να έχουν καλύτερο χόρτο την επόμενη άνοιξη, καταστρέφοντας έτσι και τη φυσική αναγέννηση της πεύκης. Μετά τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο και κυρίως μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο και τον Εμφύλιο, οι κτηνοτρόφοι εγκατέλειψαν την περιοχή και ορισμένοι εγκαταστάθηκαν στη Νότια Βουλγαρία. Μετά την εγκατάλειψη της περιοχής, τα αγριογούρουνα, τα οποία αναμοχλεύουν το έδαφος αναζητώντας σκουλήκια, δημιούργησαν προϋποθέσεις φύτρωσης των σπόρων της δασικής πεύκης. Έτσι άρχισε μια ραγδαία κατάληψη της περιοχής από τη δασική πεύκη.
Η δασική πεύκη ετοίμασε το έδαφος για την εγκατάσταση ενός πιο απαιτητικού και ανθεκτικού στη σκιά είδους, της ερυθρελάτης, η οποία είναι, επίσης, ελαφρόσπορο είδος.
Εξάπλωση
Η δασική πεύκη εμφανίζεται από τα δάση της Τάιγκας στον Αρκτικό Κύκλο έως τη Βαλκανική χερσόνησο. Στην Ελλάδα, εμφανίσθηκε μετά την τελευταία παγετώδη περίοδο (περίπου πριν από 10.000 έτη) και συναντάται στη Ροδόπη, στον Βόρα, στα Πιέρια, στον Λαϊλιά Σερρών. Σποραδικά, εμφανίζεται, επίσης, στον Εθνικό Δρυμό της Βάλια Κάλντα. Στη Ροδόπη απαντά σε μίξη με άλλα είδη ή σε αμιγής συστάδες, σε έκταση 310.000 στρεμμάτων. Στην Ελατιά απαντά σε έκταση 40.000 στρεμμάτων περίπου.
Καθεστώς προστασίας
Η δασική πεύκη προστατεύεται σύμφωνα με την Οδηγία 92/43/ΕΟΚ, καθώς αποτελεί χαρακτηριστικό είδος του τύπου οικοτόπου «Οξινόφιλα δάση με Picea σε επίπεδα ορεινά έως αλπικά (Vaccinio-Piceetea)» με κωδικό 9410 του Παραρτήματος Ι.